19 Δεκεμβρίου 2011

Μητροπολίτου Μεσογαίας «Πρὸς τοὺς εὐλαβεῖς Ἱεροψάλτες τῆς καθ᾿ ἡμᾶς ῾Ι. Μητροπόλεως»

                                                                                
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ
ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ & ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ
ΘΟΥΚΥΔΙΔΟΥ & ΒΥΖΑΝΤΙΟΥ ‐ 19004 ΣΠΑΤΑ ΑΤΤΙΚΗΣ
Τηλ: 210‐6632687, fax: 210‐6025101
Σάββατο 28 Ἰανουαρίου 2006
ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ
Πρὸς
Τοὺς εὐλαβεῖς Ἱεροψάλτες τῆς καθ᾿ ἡμᾶς ῾Ι. Μητροπόλεως
Ἀγαπητοί μας ἱεροψάλτες,
ΚΑΛΗ ΚΑΙ ΕΥΛΟΓΗΜΕΝΗ ΧΡΟΝΙΑ!
Ὕστερα ἀπὸ ἑνάμισυ χρόνο ἀπὸ τῆς ἐγκαταστάσεώς μου στὴν Μητρόπολη Μεσογαίας καὶ Λαυρεωτικῆς,
ἀφοῦ ἔχω γνωρίσει καὶ ἐπικοινωνήσει μὲ τοὺς περισσοτέρους σας καὶ ἔχοντας ἔτσι διαμορφώσει μία
γενικευμένη ἄποψη γιὰ τὴν ψαλτική, τὴν κατάστασή της, τὶς ἀνάγκες της καὶ τὶς προοπτικές της στὴν
ἐπαρχία μας, ἔχοντας ἐπίσης μοιρασθεῖ τοὺς συναφεῖς προβληματισμούς μου μὲ τοὺς ἐκπροσώπους τοῦ
συλλόγου σας, μοῦ δίνεται ἡ εὐκαιρία νὰ καταθέσω στὴν ἀγάπη σας βασικὲς θέσεις συμβατὲς καὶ μὲ τὴν
δοκιμασμένη παράδοσή μας καὶ μὲ τὴν σημερινὴ πραγματικότητα.
Α) Κεντρικὸς ἄξονας τῆς Ὀρθόδοξης ζωῆς καὶ παραδόσεως τῆς ἁγίας μας Ἐκκλησίας εἶναι ἡ θεία λατρεία. Ἡ
ζωὴ τοῦ πιστοῦ ἐντὸς τοῦ ναοῦ, ἡ κοινωνία του μὲ τὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ἔκφραση τῆς κοινῆς λατρείας
καὶ προσευχῆς καὶ ἡ τέλεση τοῦ μυστηρίου τῆς Θείας Εὐχαριστίας καὶ τῶν ὑπολοίπων ἀκολουθιῶν ἔχουν
μεγαλύτερη βαρύτητα ἀπὸ τὸ κήρυγμα, ἀπὸ τὴν φιλανθρωπικὴ δράση, ἀπὸ τὴν διδασκαλία καὶ κατήχηση,
ἀκόμη καὶ ἀπὸ τὴν κατὰ μόνας προσευχή. Αὐτὸς εἶναι καὶ ὁ λόγος ποὺ ἐντὸς τοῦ ἱεροῦ ναοῦ ὁ ἱερέας
ἐνδύεται τὰ ἄμφιά του, οἱ ἐκκλησιαστικοὶ διακονητὲς τὶς στολές τους καὶ οἱ ἱεροψάλτες τὸ ἀνάλογο ράσοτους.


Τὸ κομμάτι αὐτὸ τῆς πνευματικῆς ζωῆς ποὺ ὀνομάζεται θεία λατρεία δὲν θὰ μποροῦσε νὰ ἐπιτελεσθεῖ δίχως
τὴν συμμετοχὴ καὶ ὑπεύθυνη διακονία ὑμῶν τῶν ἱεροψαλτῶν. Αὐτὸ ὅμως δὲν ἀποτελεῖ μόνον προνόμιο καὶ
δικαίωμα γιὰ σᾶς, ἀλλὰ καὶ συνοδεύεται ἀπὸ κάποιες σημαντικές, ἐκ τῶν ὧν οὐκ ἄνευ, ὑποχρεώσεις.
Β) Ἡ Ἐκκλησία μας τοὺς ἱεροψάλτες τοὺς βλέπει ὡς κατώτερους κληρικούς, ὄχι ὡς καλλιτέχνες ἢ πολὺ
περισσότερο μισθωτοὺς ἐπαγγελματίες. Αὐτὸς εἶναι ὁ λόγος ποὺ γιὰ τὴν διακονία τους χρειάζεται
ἀπαραιτήτως νὰ ἔχει προηγηθεῖ χειροθεσία ἀναγνώστου μὲ τριχοκουρία (Κανὼν ΛΓ΄ τῆς ἐν Τρούλλ
 Συνόδου, Πηδάλιον σ. 250‐1) καὶ νὰ φοροῦν κατὰ τὴν τέλεση τῶν ἀκολουθιῶν ράσο.
Σύμφωνα μὲ τὸν γνωστὸ καθηγητὴ τῆς Λειτουργικῆς κ. Ἰωάννη Φουντούλη (ΣΥΛΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΟΝ,
Εἰσαγωγικὸν σημείωμα ἔκδ. Ἱ. Μ. Σίμωνος Πέτρας Ἁγ. Ὄρους, 1996), «τὸ ἀναγινώσκειν καὶ ψάλλειν ἐπ’
ἐκκλησίαις δίδεται καὶ ἀσκεῖται ὡς χάρισμα, μάλιστα ὑπὸ τοῦ ἀρχιερέως, αὕτη γάρ ἐστι τάξις ἐκκλησιαστικὴ
καὶ ἁρμονία» (Ἀποστολικαὶ Διαταγαὶ 3,11).
Γιὰ τοὺς λόγους αὐτούς, σᾶς νοιώθουμε ὡς ἀδελφοὺς μὲ τοὺς ὁποίους μοιραζόμαστε τὴν κλήση, τὴν
ἱερωσύνη μας, τὸ μυστήριο τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς Ἐκκλησίας∙ σᾶς αἰσθανόμαστε ὡς συλλειτουργούς.
Γ) Τὸν ψάλτη δὲν τὸν καθιστᾶ ἱεροψάλτη τὸ πτυχίο του οὔτε τὸ διοριστήριό του ἀλλὰ ἡ ὑπὸ τοῦ ἀρχιερέως
                                             
χορηγηθεῖσα σὲ αὐτὸν θεία χάρις. Αὐτὸ ἔχει ὡς συνέπεια νὰ ἔχει ἄμεση πνευματικὴ ἐξάρτηση, δηλαδὴ σχέση
πνευματικῆς ὑπακοῆς, μὲ τὸν ἐπίσκοπο. Σημαίνει ἐπίσης ὅτι τὸ ἀναλόγιο τοῦ ἀνατίθεται ὑπὸ τοῦ ἐπισκόπου∙
δὲν τὸ διεκδικεῖ οὔτε μὲ χρήματα οὔτε μὲ ἄλλα μέσα οὔτε μὲ δικαστικὲς ἀπειλὲς καὶ ἐκβιασμούς, ὅπως
δυστυχῶς ἐνίοτε συμβαίνει.

Δ) Ἄμεση συνέπεια τῶν παραπάνω εἶναι ὅτι ὁ ἱεροψάλτης ὀφείλει νὰ κυριαρχεῖται ἀπὸ βαθειὰ πίστη καὶ
ἐνάρετη ζωή∙ νὰ χαρακτηρίζεται ἀπὸ φόβο Θεοῦ καὶ εὐλάβεια. Προϋπόθεση τῆς διακονίας του εἶναι νὰ εἶναι
φιλακόλουθος καὶ ταπεινός. Τὸ ἦθος του πρέπει νὰ εἶναι ἠλεγμένο, ὅπως καὶ τῶν κληρικῶν μας. Ὅταν ὁ
λαὸς ἀναφωνεῖ ἄξιος κατὰ τὴν χειροθεσία τοῦ ἀναγνώστου, αὐτὸ δὲν σημαίνει πὼς ὁμολογεῖ ὅτι αὐτὸς δὲν
εἶναι παράφωνος καὶ ὅτι ἔχει πτυχίο Βυζαντινῆς Μουσικῆς, ἀλλὰ ὅτι τὸν θεωρεῖ εὐλαβῆ, σεμνὸ καὶ μὲ
μαρτυρία καθαρότητος καὶ ἀκεραιότητος. Ἀντιλαμβάνεσθε ὅτι, ἂν ἡ ζωή μας δὲν διακρίνεται γιὰ τὴν
καθαρότητα, ἐκκλησιαστικότητα καὶ συνέπειά της, δὲν κάνουμε γιὰ τὸ ἀναλόγιο, ἀκόμη κι ἂν οἱ μουσικές
μας γνώσεις καὶ ἡ ποιότητα τῆς φωνῆς μας εἶναι σπάνιες καὶ μοναδικές.
Ἡ θέση τοῦ ἱεροψάλτου εἶναι περίοπτη καὶ τὸ διακόνημά του ἀποτελεῖ μαρτυρία, γι’ αὐτὸ καὶ ἡ ζωή του
πρέπει νὰ ἀστράφτει ἀπὸ ἁγνότητα καὶ συνέπεια. Σύμφωνα μὲ τὸν Ἅγιο Συμεὼν Θεσσαλονίκης «ὁ
Ἀναγνώστης τοίνυν προσάγεται τῷ ἀρχιερεῖ, μαρτυρηθεὶς εἶναι τοῦ ἁγνοῦ βίου καὶ ἄξιος ἀναγωγῆς ἱερᾶς καὶ τὰ
ἱερὰ εἰδὼς γράμματα… Καὶ (ὁ ἱεράρχης) εὔχεται ἁγιασθῆναι τὸν τελειούμενον, ἐκλελεγμένον ὄντα αὐτῷ καὶ
μετὰ πάσης σοφίας τε καὶ συνέσεως ποιεῖσθαι τὴν ἀνάγνωσίν τε καὶ μελέτην τῶν θείων λογίων» (Διάλογος κεφ.
ρνθ΄).
Ἡ παλαιὰ δὲ πρωτοχριστιανικὴ ἀντίληψη θέλει τὸν ἀναγνώστη στὸ ρόλο τοῦ εὐαγγελιστοῦ καὶ
διατυπώνεται καὶ στὶς Διαταγὲς τοῦ Κλήμεντος Ρώμης ὡς ἑξῆς: «Ἀναγνώστης καθιστανέσθω πρῶτον δοκιμῇ
δεδοκιμασμένος, μὴ γλωσσόκοπος, μὴ μέθυσος, μηδὲ γελωτολόγος∙ εὔτροπος, εὐπειθής, εὐγνώμων, ἐν ταῖς
κυριακαῖς συνόδοις πρῶτος σύνδρομος, εὐήκοος, διηγηματικός, εἰδὼς ὅτι εὐαγγελιστοῦ τόπον ἐργάζεται» (Αἱ διὰ
Κλήμεντος Ρώμης Διαταγαί, 2).
Ε) Ἐκτὸς ὅμως ἀπὸ τὸ ἦθος καὶ τὴν ζωὴ τοῦ ψάλτου, ἀπαραίτητο στοιχεῖο τῆς διακονίας του ἀποτελεῖ καὶ τὸ
ὕφος καὶ ἦθος τῆς ψαλτικῆς του: «Τοὺς ἐπὶ τῷ ψάλλειν ἐν ταῖς Ἐκκλησίαις παραγινομένους, βουλόμεθα μήτε
βοαῖς ἀτάκτοις κεχρῆσθαι καὶ τὴν φύσιν πρὸς κραυγὴν ἐκβιάζεσθαι, μήτε τι ἐπιλέγειν τῶν μὴ ἐν ἐκκλησίᾳ
ἁρμοδίων τε καὶ οἰκείων∙ ἀλλὰ μετὰ πολλῆς προσοχῆς καὶ κατανύξεως τὰς τοιαύτας ψαλμῳδίας προσάγειν τῷ
τῶν κρυπτῶν ἐφόρῳ Θεῷ. Εὐλαβεῖς γὰρ ἔσεσθαι τοὺς υἱοὺς Ἰσραὴλ τὸ ἱερὸν ἐδίδαξε λόγιον» (Κανὼν ΟΕ΄ ἐν
Τρούλλῳ Συνόδου, Πηδάλιον σ. 285).
Δὲν μποροῦμε συνεπῶς νὰ ψέλνουμε οὔτε ὅσο δυνατὰ ἐπιθυμοῦμε οὔτε ὅ,τι θέλουμε οὔτε σὲ χρόνους καὶ
ὕφος ποὺ αὐθαίρετα ἐπιλέγουμε.
Ὁ σκοπός μας ὡς τοπικῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἀδιαπραγμάτευτος∙ νὰ δημιουργήσουμε σὲ ὅλους τοὺς ναούς μας,
μικροὺς καὶ μεγάλους, ἀτμόσφαιρα κατανύξεως καὶ προσευχῆς. Ἀπαραίτητη προϋπόθεση γιὰ κάτι τέτοιο
εἶναι τὸ ψάλσιμο νὰ εἶναι ταπεινὸ καὶ σεμνό. Σὲ ὁρισμένες περιπτώσεις ναῶν ποὺ ἐπισκέφθηκα μοῦ
δημιουργήθηκε τὸ αἴσθημα ὅτι βρίσκομαι στὸ Μέγαρο Μουσικῆς∙ παρτιτοῦρες, πλῆθος μικροφώνων, ἔντονα
ἀπηχήματα καὶ ἠλεκτρονικὸ ἰσοκράτημα εἰς ἐπήκοον ὅλων. Αὐτὸ βέβαια δὲν σημαίνει ὅτι ὑποβιβάζουμε τὴν
τέχνη∙ κάθε ἄλλο μάλιστα, ἀφοῦ μὲ κάθε τρόπο προσπαθοῦμε νὰ τὴν καλλιεργήσουμε καὶ προαγάγουμε στὴ
Μητρόπολή μας. Σημαίνει ὅμως ὅτι ἀρνούμεθα τὴν ἐπιτήδευση, τὴν ἐπίδειξη, τὴν ἔπαρση καὶ τὴν ἀλαζονεία,
τὴν καταστροφὴ τῆς κατανύξεως καὶ τὴν παρεμπόδιση τῆς προσευχῆς.
Ὑπῆρξαν περιπτώσεις ποὺ ἀναντίρρητα ἡ ἔνταση τοῦ ἤχου εἶχε ὑπερβεῖ τὸ ὅριο πόνου∙ περιπτώσεις ποὺ ὁ
ψάλτης δὲν εἶχε καμμία ἐπαφὴ μὲ τὸ περιεχόμενο τῶν ψαλλομένων, μὲ τὴν ὅλη λατρεία, μὲ τὸ αἴσθημα τοῦ
κόσμου ποὺ ὑπέφερε, μὲ τὸν χρόνο. Τὸ μόνο ποὺ εἶχε μπροστά του ἦταν τὸ εἴδωλο τῆς φωνῆς του. Καλὸ θὰ
εἶναι, σὲ συνεννόηση μὲ τοὺς ἱερεῖς τῶν ἐνοριῶν στὶς ὁποῖες ψάλλετε, νὰ τοποθετηθεῖ δίπλα στὸ ἀναλόγιο
monitor ὥστε νὰ διευκολύνεσθε ἀκούγοντας καθαρὰ τὴ φωνή σας.





                                                                                  
Οἱ μεικτὲς χορωδίες, οἱ ἐπιτηδευμένες τετραφωνίες, τὰ γεμάτα συναίσθημα μελίσματα, τὰ ἐκκλησιαστικὰ
τραγουδάκια ποὺ δὲν ἔχουν καθιερωθεῖ ὡς λειτουργικοὶ ὕμνοι, ὅπως τὸ ῾Αγνὴ Παρθένε Δέσποινα ἢ τὸ Ἕνας
εἶναι ὁ Κύριος, δεύτερη εἶναι ἡ Παναγιὰ καὶ τὰ συναφῆ, ὅπως καὶ κάθε αὐθαίρετη καινοτομία, ἀπαγορεύονται
ἀπὸ τὴν λατρεία στὴ Μητρόπολή μας.
Ἡ γνώση τοῦ τυπικοῦ καὶ ἡ βαθύτερη σημασία τῶν κινήσεων, τοῦ τελετουργικοῦ, τῆς ὅλης διατάξεως
θεωροῦμε πὼς εἶναι ἀπαραίτητο στοιχεῖο ἑνὸς καλοῦ ψάλτη. Δυστυχῶς δὲν ἦταν λίγες οἱ περιπτώσεις ποὺ
ψάλτες μας ἔδειξαν νὰ ἀγνοοῦν τὴν διάταξη τοῦ ὄρθρου καὶ τοῦ ἑσπερινοῦ, τὴν τάξη τῆς ἀρχιερατικῆς
λειτουργίας καὶ χοροστασίας, τὶς βασικὲς λεπτομέρειες τῶν γνωστῶν ἀκολουθιῶν.
ΣΤ) Παρὰ ταῦτα, δὲν ἀρνούμεθα ὅτι ἐκτὸς ἀπὸ διακονητὲς τῆς Ἐκκλησίας μας, εἶστε καὶ ἐργαζόμενοι σ’ αὐτήν, πράγμα τὸ ὁποῖο συνεπάγεται καὶ ὑποχρεώσεις ἀπὸ μέρους μας. Στὸ σημεῖο ὅμως αὐτὸ θεωρῶ
ἀπαραίτητο νὰ διευκρινήσω ὅτι δὲν ἐργάζεσθε σὲ μία ἑταιρεία κερδοσκοπική, ἀλλὰ κοπιάζετε καὶ
προσφέρετε τὸ ταλέντο σας στὴν ὑπηρεσία τοῦ λαοῦ, ἀπὸ τὴν συνεισφορὰ καὶ προσφορὰ τοῦ ὁποίου ἡ
Ἐκκλησία σᾶς ἀποζημιώνει. Στὴν Ἐκκλησία ὅλοι δίνουμε, ποτὲ δὲν ζητοῦμε, ἀλλὰ αὐτὴ κατὰ τὴν φιλότιμη
κρίση της προσφέρει.
Εἶναι πολὺ λυπηρὸ ὅτι ἔχει ἐπικρατήσει μία ἀντίληψη κατὰ τὴν ὁποία ἡ Ἐκκλησία λειτουργεῖ μέσα μας ὡς
δυναστικὸς ἐργοδότης ἀπὸ τὸν ὁποῖο διεκδικοῦμε ὅσο τὸ δυνατὸν περισσότερα. Κατόπιν τούτου, ἔχω τὴν
ἐντύπωση ὅτι ἡ δικαστικὴ διεκδίκηση ὑπέρογκων ἀποζημιώσεων, τὰ ὑβριστικὰ γράμματα, ὁ ξεσηκωμὸς τοῦ
κόσμου, οἱ ἀσεβεῖς διαμαρτυρίες ἀποτελοῦν ἐπίμεμπτα στοιχεῖα ἱεροψαλτικῆς συμπεριφορᾶς, ἀσύμβατα μὲ
τὸν ἐκκλησιαστικὸ χαρακτήρα τῆς διακονίας μας, ἀποδείξεις παντελοῦς ἀκαταλληλότητος γιὰ τὴν
ἀποστολή μας.
Ἐμεῖς αἰσθανόμαστε ὅτι θὰ ἀποτελεῖ ἐκκλησιαστικὸ κατάντημα νὰ νοιώθουμε ὅτι σᾶς ἔχουμε ἀπέναντί μας
ὡς διεκδικητές. Ἀντίθετα θέλουμε νὰ σᾶς νοιώθουμε δίπλα μας ὡς στενοὺς συνεργάτες, ἀδελφοὺς καὶ
συλλειτουργούς. Ἀνάλογα θὰ ἦταν ἀνεπίτρεπτη πνευματικὴ ἀδικία οἱ ἱεροψάλτες μας νὰ καταντήσουν ἡ
μόνη τάξη ποὺ παίρνει ἀπὸ τὴν ᾿Εκκλησία καὶ διεκδικεῖ. ῾Η συνεισφορά τους συμπορεύεται μὲ τὴν διακονία
τῆς ψαλτικῆς. Ἡ διακριτικὴ δὲ ἀμοιβή τους προσφέρεται ὄχι ὡς μισθὸς ἀλλὰ ὡς εὐλογία.
Ἡ ἀμοιβή σας δὲν θέλουμε νὰ στηρίζεται στὸν νόμο, στὰ δικαιώματα ἢ τὶς ὑποχρεώσεις μας, ἀλλὰ στὸ
φιλότιμό μας καὶ στὴν αἴσθησή σας ὅτι δὲν ἐργάζεσθε στὴν Ἐκκλησία, ἀλλὰ τὴν διακονεῖτε, ὅπως κι ἐμεῖς.
Τὸ ἐπιχείρημα ὅτι οἱ ἱερεῖς ἔχουν μισθὸ ἀντιλαμβάνεσθε ὅτι δὲν εἶναι ἰσχυρό, μιὰ ποὺ ἐσεῖς ἀπασχολεῖσθε
στοὺς ναοὺς ἐλάχιστα, αὐτοὶ δὲ διακονοῦν τὴν Ἐκκλησία ὡς ἔχοντες μοναδικὴ καὶ πλήρη ἀπασχόληση.
Στὴν βάση μιᾶς τέτοιας λογικῆς, θὰ μποροῦσε, ἐκτὸς ἀπὸ τὴν συμφωνημένη ἀποζημίωσή σας, σὲ ἔκτακτες
περιπτώσεις, ὅπως γέννηση παιδιοῦ, παιδιὰ ποὺ σπουδάζουν, ἔκτακτα ἔξοδα ἀσθενείας κ.λπ., ἡ ἐνορία ἤ, ἂν
αὐτὴ ἀδυνατεῖ, ἡ Μητρόπολη, στὸ μέτρο τῶν δυνατοτήτων τους, νὰ σᾶς συμπαρασταθοῦν ἀπὸ τὸ φιλόπτωχο
ταμεῖο τους.
Ζ) Μὲ τὴν ἀρχὴ τῆς νέας ἐκκλησιαστικῆς χρονιᾶς συστήθηκε Ἐπιτροπὴ ἀκροάσεως ἱεροψαλτῶν, μὲ
ἀποκλειστικὸ σκοπὸ τὴν διερεύνηση τῆς ἀπὸ κάθε ἄποψη καταλληλότητος τῶν νέων ἱεροψαλτῶν καὶ τὴν
συμπαράσταση τῶν ἐνοριῶν μας.
Η) Παράλληλα θὰ λειτουργήσουν πρότυπα Σχολὲς Βυζαντινῆς Μουσικῆς, σὲ συνεργασία μὲ τὸν Σύλλογο
ἱεροψαλτῶν, τὸ Μουσικὸ Λύκειο Παλλήνης, τὴν Τοπικὴ Αὐτοδιοίκηση, πλήρως ἐντεταγμένες στὸ κατηχητικὸ
καὶ ποιμαντικὸ ἔργο τῆς ἐνορίας, ὥστε νὰ εἶναι παραγωγικές, νὰ μπορέσουν δηλαδὴ νὰ τροφοδοτήσουν τὰ
ἀναλόγια τῶν Ἐκκλησιῶν μας μὲ εὐλαβεῖς, καλλίφωνους καὶ συνεργάσιμους ἱεροψάλτες προερχόμενους
κατὰ τὸ δυνατὸν ἀπὸ τὴν ἐπαρχία μας. Ἤδη ξεκίνησε μιὰ δοκιμαστικὴ προσπάθεια μὲ παραρτήματα στὶς
μεγαλύτερες πόλεις τῆς ἐπαρχίας μας.
Θ) Τέλος, πρὸς ἐξυπηρέτησιν τῶν παραπάνω στόχων, ὅπως ἴσως οἱ περισσότεροι γνωρίζετε, ἡ Ἱερὰ
Μητρόπολή μας ἔχει προσλάβει καὶ πρωτοψάλτη τοῦ Μητροπολίτου, τὶς λεπτομέρειες τῆς διακονίας τοῦ
ὁποίου καὶ μπορεῖτε νὰ δεῖτε στὴ συνοδευτικὴ ἐγκύκλιο.
Θέλω νὰ πιστεύω πὼς ὅλοι θὰ συνεργασθοῦμε πρόθυμα πρὸς αὐτὴν τὴν κατεύθυνση, βέβαιοι πὼς ὁ Θεὸς θὰ
ἀναπληρώσει τὶς ἐλλείψεις μας καὶ θὰ ἀνταμείψει τὴν ἁγνὴ διάθεσή μας.
Μετὰ πατρικῶν εὐχῶν καὶ πολλῆς τῆς ἐν Κυρίῳ ἀγάπης,
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
† Ὁ Μεσογαίας καὶ Λαυρεωτικῆς Νικόλαος


                                                                                
ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ
1) Μετὰ τὸ Ἀντιλαβοῦ ἀκολουθεῖ Κύριε ἐλέησον καὶ ὄχι Ἀμήν. Τὸ Ἀμὴν λέγεται μόνον στὸ τέλος τῆς
δοξολογικῆς ἐκφωνήσεως τοῦ ἱερέως ‐καὶ ἀποτελεῖ ἐπισφράγισμά της‐ καὶ ποτὲ μετὰ ἀπὸ αἴτηση τοῦ
διακόνου.
2) Ὅταν λειτουργεῖ Ἀρχιερέας, ἡ φήμη του ψάλλεται τρεῖς φορές∙ μία ἀπὸ τοὺς ἱερεῖς, καὶ δύο ἀπὸ
τοὺς ψάλτες. Στὴν περίπτωση ποὺ λειτουργεῖ ὁ Μητροπολίτης Μεσογαίας, ἡ φήμη του θὰ ψάλλεται μία
φορὰ ἀπὸ ὅλους μαζὶ ἤ τὸ πολὺ δύο (μία ἀπὸ τοὺς ἱερεῖς καὶ μία ἀπὸ τοὺς ψάλτες).
3) Ὅταν εὐλογεῖ ὁ Ἀρχιερέας καὶ ὑπάρχει λειτουργικὴ ἀπόκριση, π.χ. καὶ τῷ πνεύματί σου,
ἀρκούμαστε σὲ αὐτὴν καὶ δὲν λέμε τὸ εἰς πολλὰ ἔτη, δέσποτα. Ὅταν δὲν ὑπάρχει τέτοια ἀπόκριση, τότε
ἀπαντοῦμε μὲ τὸ εἰς πολλὰ ἔτη, δέσποτα, ἀλλὰ τὸ ψάλλουμε ἁπαλὰ ὥστε νὰ ἐκφράζει σεβασμὸ καὶ ὄχι
κολακεία.
4) Στὶς ἀρχιερατικὲς λειτουργίας, μετὰ τὸ Κύριε, Κύριε, ἐπίβλεψον ἐξ οὐρανοῦ καὶ ἴδε..., καλὸ εἶναι
οἱ ψάλτες ἀντὶ γιὰ εἰς πολλὰ ἔτη, Δέσποτα, νὰ ψάλλουν καὶ τὶς τρεῖς φορές, κατὰ τὴν τάξη τοῦ Οἰκουμενικοῦ
Πατριαρχείου, ἁπλὰ καὶ ἀργὰ τὸ Ἀμήν.
5) Στὴν περίπτωση ποὺ συμψάλλουμε μὲ τὶς ἐκφωνήσεις τοῦ διακόνου ἢ τοῦ ἱερέως, πρέπει νὰ
«ὑπηχοῦμε», δηλαδὴ νὰ συνοδεύουμε ἁπαλὰ καὶ νὰ μὴν καλύπτουμε τὸν ἱερέα.
6) Μετὰ τὴν ἀνάγνωση τοῦ ἱεροῦ Εὐαγγελίου ψάλλουμε ἐκ καρδίας τὸ Δόξα σοι, Κύριε, δόξα σοι γιὰ
τὴν χάρι καὶ εὐλογία τῆς ἀναγνώσεως καί, ὡς ἀνταπόκριση στὴν διὰ τοῦ ἱεροῦ Εὐαγγελίου εὐλόγηση τοῦ
Ἀρχιερέως, ἀπαντοῦμε μὲ σύντομο καὶ ἁπαλὸ εἰς πολλὰ ἔτη, δέσποτα. Ἡ βεβιασμένη ἀπόδοση τοῦ Δόξα σοι,
Κύριε, δόξα σοι καὶ τὸ μακρόσυρτο εἰς πολλὰ ἔτη, δέσποτα ἀδικοῦν τὴν λειτουργικὴ βαρύτητα καὶ λατρευτικὴ
ἰσορροπία καὶ τάξη.
7) Τὰ ἀναλόγια καλὸ εἶναι, ὅπου αὐτὸ εἶναι ἐφικτό, νὰ μεταφερθοῦν πιὸ κεντρικά, ὥστε οἱ ψάλτες
νὰ εἶναι περίοπτοι καὶ σὲ ὀπτικὴ ἐπαφὴ μὲ τὸ ἱερὸ βῆμα καὶ τὸ δεσποτικό. Αὐτὸ βοηθάει καὶ στὸ νὰ μὴν
ἀτακτοῦν, ἀστειεύονται ἢ συνομιλοῦν.
8) Στὴν ἀρχιερατικὴ λειτουργία, προκειμένου νὰ προλάβει ὁ ἀρχιερέας τὴν προσκομιδή, ἰδίως σὲ
περιπτώσεις ἑορτῶν ἁγίων ἢ καθημερινῶν ποὺ τὰ τροπάρια τῶν αἴνων εἶναι μόνον τέσσερα, καλὸ εἶναι
κατόπιν συνεννοήσεως μὲ τοὺς ἱερεῖς, νὰ ψάλλεται ἀργὴ σχετικὰ Δοξολογία ἢ νὰ στιχολογοῦνται οἱ αἶνοι.
9) Ἐπίσης στοὺς ἑσπερινοὺς τῶν πανηγύρεων, ἀντὶ νὰ ψάλλει μόνος του ὁ ἱερέας τὸ τροπάριο τῆς
λιτῆς καὶ τὸ Θεοτόκε Παρθένε, ὁπότε καὶ συχνὰ δημιουργεῖται πρόβλημα ἀκουστικῆς, καλὸ θὰ ἦταν νὰ τὰ
ψάλλει ὁ χορός

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.